Τι Απέγινε η Μετάνοια;
Φτάσαμε να πιστεύουμε ότι η πίστη μας είναι για παρηγοριά. Δεν είναι.
Γράφτηκε από την Frederica Mathewes-Green. Είναι συγγραφέας, αρθρογράφος και σχολιάστρια, που δραστηριοποιείται σε διάφορα συμβουλευτικά και εκδοτικά συμβούλια. Μπορείτε επίσης να την ακούσετε στην ραδιοφωνική εκπομπή του National Public Radio, “Morning Edition.”
Ξεχάστε τι λένε οι λίστες του περιοδικού Billboard - αν κρίνει κανείς από τις διαφημίσεις εκκλησιών στον Χρυσό Οδηγό, το αγαπημένο τραγούδι της Αμερικής είναι το “I’m Mr. Lonely" («Είμαι ο κ. Μοναχικός»). Οι εκκλησίες εντοπίζουν γρήγορα αυτή την ανάγκη και υπόσχονται με προθυμία ότι θα είναι φιλικές, ή θα είναι η οικογένεια, ή απλώς θα νοιάζονται. Προφανώς αυτό είναι το κύριο προϊόν της Εκκλησίας. Όταν οι άνθρωποι χρειάζονται λάστιχα, ψάχνουν για ένα κατάστημα ελαστικών. Όταν αρχίζουν να έχουν άσχημα - θλιμμένα - θυμωμένα αισθήματα, «ψωνίζουν» για εκκλησία.
Εδώ, για πρώτη φορά, οι δογματικές και πολιτικές διαστάσεις εξαφανίζονται. Εκκλησίες όλου του φάσματος ανταγωνίζονται να επιδείξουν την ικανότητά τους να νοιάζονται, αν και καθεμία έχει τον δικό της τρόπο διαφήμισης. Η Tabernacle, μια «γεμάτη πνευματικότητα, πολυπολιτισμική εκκλησία», ισχυρίζεται «Έλα άφησέ μας να σε αγαπήσουμε», ενώ η Bible Way Temple είναι πιο επίσημη, αν όχι παράξενη: «Μια εκκλησία όπου κανένας ξένος δεν νιώθει παράξενα». (Η μόνη απάντηση που έρχεται στο μυαλό είναι «Σοι ευχαριστούμε»). Μια πινακίδα εκκλησίας στην Νότια Καρολίνα ανακοίνωνε, «Όπου ο Ιησούς είναι Κύριος και καθένας είναι ξεχωριστός», κάτι που ακούγεται σχεδόν σαν δεύτερο βραβείο. Και μια εκκλησία Μεθοδιστών προσπαθεί να τα συμπεριλάβει όλα: «Μια Χριστο-κεντρική εκκλησία όπου μπορείς να κάνεις νέους φίλους και να δημιουργήσεις ανθεκτικές σχέσεις με ανθρώπους που νοιάζονται για σένα».
Αλλά όταν ο Ιησούς κήρυττε, δεν σπατάλησε πολύ χρόνο στο να «νοιάζεται». Η πρώτη φορά που Τον βλέπουμε, στο πρώτο Ευαγγέλιο, η πρώτη οδηγία που δίνει είναι «Μετανοείτε» (Κατά Μάρκον 1:15). Από εκεί και έπειτα, αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό Του μήνυμα. Ναι, είπε λόγια παρηγοριάς όπως «Έλθετε προς με, πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, και εγώ θέλω σας αναπαύσει» (Κατά Ματθαίον 11:28). Αλλά πολύ συχνότερα προκαλούσε το ακροατήριό Του, ωθώντας τους να στραφούν στο Θεό με ταπεινότητα και να παραδεχθούν τις αμαρτίες τους. Ακόμη και όταν Του είπαν για μια τραγωδία που προκάλεσε πολλούς θανάτους, επανέλαβε αυτό το δύσκολο θέμα: «Ουχί, σας λέγω, αλλ' εάν δεν μετανοήτε, πάντες ομοίως θέλετε απολεσθή» (Κατά Λουκάν 13:1-5).
Λατρεύουμε τις παρήγορες ρήσεις του Ιησού. Τις επαναλαμβάνουμε συχνά, τις αποτυπώνουμε σε πανό και τις τυπώνουμε σε μαγνητάκια για το ψυγείο. Αγνοούμε εν πολλοίς τις ρήσεις Του για μετάνοια.
Ζούμε σε μια εποχή όπου το να μιλά κανείς για την Χριστιανική πίστη είναι δύσκολο, πολύ περισσότερο δε για άβολα θέματα όπως η μετάνοια. (Καμία εποχή δεν βρίσκει την μετάνοια εύκολη, αλλά πολλοί το βρίσκουν ευκολότερο να μιλούν για αυτή). Παραδόξως, ζούμε σε μια πολύ εύκολη εποχή. Είμαστε η πιο πλούσια, πιο υγιής, και πιο άνετη γενιά της ιστορίας. Έχοντας λίγα πράγματα για τα οποία πρέπει να παλέψουμε, προσανατολιζόμαστε ολοένα και περισσότερο στην απόλαυση. Αυτή η απόλυτα φυσική τάση είναι αυτό που μας ενώνει όλους. Η Αμερική είναι ένας τόπος μεγάλων διαφορών, αλλά όλοι συναντιόμαστε στο εμπορικό κέντρο.
Επιβεβαιωνόμαστε σε αυτή την αναζήτηση της απόλαυσης από ένα ασταμάτητο καταιγισμό διαφημιστικών μηνυμάτων. Αυτά μας λένε ποιοι είμαστε: ξεχωριστοί, ανεκτίμητοι άνθρωποι χωρίς ελαττώματα, που αξίζουμε να νιώθουμε καλύτερα απ’ ό,τι συνήθως νιώθουμε. Οι διαφημίσεις μας λένε, «Η σύζυγός (το αφεντικό, ο έφηβος, ο συμμαθητής) σου δεν σε καταλαβαίνει, αλλά εμείς σε καταλαβαίνουμε. Ορίστε, αγόρασε αυτό, και θα νιώσεις καλύτερα». Οι διαφημίσεις μας καλούν να γίνουμε μεγάλα μωρά - μια πρόσκληση στην οποία η ανθρώπινη φύση μετά την Πτώση έχει πάντα βρει δύσκολο να αντισταθεί.
Προσπαθήστε να πείτε σε κάποιον που έχει βομβαρδιστεί από διαφημίσεις ότι είναι αμαρτωλός. Εκατό χρόνια πριν, ένας ιεροκήρυκας θα έβλεπε κεφάλια να γνέφουν σε αποδοχή της οικείας έννοιας. Αλλά ο καταναλωτής του σήμερα πιθανότατα θα σοκαριστεί και θα μπερδευτεί. Πως είναι δυνατόν να είναι αμαρτωλός; Από όσο ξέρει είναι δυστυχής διότι δεν έχει δίκαιο μερίδιο πραγμάτων, και δεν εκτιμάται αρκετά από αυτούς που τον περιβάλλουν. Το προπατορικό αμάρτημα; Θα συμφωνήσει πρόθυμα ότι όλοι οι άλλοι τον απογοητεύουν διαρκώς. Ότι είναι αποξενωμένος από τον ένα, πανάγιο Θεό και χρειάζεται να συμφιλιωθεί; Πιθανώς να απαντήσει «Λοιπόν, ποιος είναι αυτός ο Θεός που πιστεύει ότι είναι καλύτερος από εμάς;». Αναφέρετε την Ημέρα της Κρίσεως, και θα δείτε κάποιον να αντιδρά με πραγματική φρίκη: η ίδια η ιδέα ακούγεται απλώς πολύ «δικαστηριακή».
Προσπαθώντας να αγγίξει έναν άνθρωπο με τέτοιες αναζητήσεις, η Εκκλησία έχει σημαντικά περιορισμένες επιλογές. Από τη στιγμή που οι άνθρωποι γνωρίζουν μόνο την επιζήτηση της βολής τους, φαίνεται πως αυτό ακριβώς πρέπει να αποτελεί και τον τίτλο σε κάθε μήνυμα που στέλνουμε. Ούτε αυτή η ανάγκη, ούτε η αντίδρασή μας είναι ανειλικρινείς. Μια βαθιά αίσθηση δυσφορίας και αποπροσανατολισμού είναι πράγματι κομμάτι της ανθρώπινης κατάστασης, διότι η αμαρτία μας έχει αποξενώσει από το Θεό. Και η Εκκλησία έχει την μόνη αυθεντική λύση σε αυτό το πρόβλημα, διότι φέρουμε τα Αγαθά Νέα της συμφιλίωσης μέσω του Κυρίου ημών, Ιησού Χριστού.
Το πρόβλημα δημιουργείται όταν δεν καταφέρνουμε να συζητήσουμε για το δύσκολο κομμάτι των Καλών Νέων (δηλ., το Ευαγγέλιο). Το πρόβλημα μπορεί να είναι ακόμη ότι αρχίζουμε και εμείς οι ίδιοι να το ξεχνάμε, και αρχίζουμε να πιστεύουμε ότι η παρηγοριά είναι ο βασικός σκοπός για τον οποίο ήρθε ο Ιησούς. Αλλά τα προβλήματά μας χρειάστηκαν κάτι περισσότερο από μια αγκαλιά: χρειάστηκαν τον Σταυρό. Δεν φαίνεται έτσι: και εμείς, έχουμε κατηχηθεί από τον κόσμο και αυτόματα θεωρούμε τους εαυτούς μας σαν παιδιά που έχουν ανάγκες και τα έχουν βλάψει. Προτιμούμε να νιώθουμε σαν να είμαστε τα θύματα ενός σκληρού κόσμου, αντί να παραδεχτούμε ότι εμείς συνεισφέρουμε στην σκληρότητα του κόσμου, χαμένοι αμαρτωλοί που διαστροφικά αγαπάμε την απελπισία μας, αγκιστρωμένοι στις πολύτιμες αμαρτίες μας, σαν έναν άνθρωπο που πνίγεται και πιάνεται από την άγκυρα.
Πόσο περίεργη αυτή η γλώσσα μας φαντάζει σήμερα. Κοιτάζουμε γύρω στην γειτονιά μας και στο εκκλησίασμά μας και όλοι μας φαίνονται τόσο «καλοί». Ξέρουμε πως είναι οι πραγματικά κακοί άνθρωποι - τους βλέπουμε στις εφημερίδες κάθε μέρα - και εμείς δεν είμαστε έτσι. Ο Θεός θα πρέπει να μας θεωρεί, συγκριτικά, μάλλον αγαπητούς. Και φυσικά Γνωρίζει τις πληγές που έχουμε βαθιά μέσα μας, και κανένας που έχει πληγωθεί δεν μπορεί να είναι κακός («τα θύματα είναι αναμάρτητα», όπως ονομάζω αυτή την πλάνη). Με αυτές και χιλιάδες άλλες γλυκές μουρμούρες, θωρακίζουμε τους εαυτούς μας από την πραγματική μας κατάσταση και παραμένουμε Χριστιανικά μωρά σε όλη μας τη ζωή: κακομαθημένα, αναποτελεσματικά, γκρινιάρικα και αναίσθητα.
Ο Ιησούς Χριστός δεν ήρθε μόνο για να μας σώσει από την τιμωρία για τις αμαρτίες μας: ήρθε για να μας σώσει από τις αμαρτίες μας - τώρα, σήμερα, αρκεί μόνο να ανταποκριθούμε στην πρόκληση και Τον αφήσουμε να το κάνει. Ένα έθνος ενήλικων Χριστιανών, θαρραλέων, σίγουρων, ταπεινών και άγιων, θα ήταν πιο πειστικό από οποιαδήποτε διαφημιστική καμπάνια με χαμογελαστές φατσούλες. Ο Κύριος δεν μας αγαπά μόνο για τα καλά μας χαρακτηριστικά, αφήνοντας τα υπόλοιπα να περάσουν. Πέθανε για τα κακά μας χαρακτηριστικά και δεν θα ησυχάσει αν δεν γίνουν και αυτά σωστά. Πρέπει να σταματήσουμε να θεωρούμε το Θεό ως απείρως επιεική. Πρέπει να αρχίσουμε να αγωνιζόμαστε για την τρομακτική και συνάμα αγαλλιαστική αλήθεια ότι είναι απείρως άγιος, και ότι το ίδιο θέλει και για εμάς.